ΠΑΙΔΟΨΥΧΟΛΟΓΙΑ

Μπαίνουμε στον κόσμο των παιδιών &… ταξιδεύουμε μαζί τους,
για να τα βοηθήσουμε να διαχειριστούν τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν…

Λίγα λόγια σχετικά με το τι είναι παιδοψυχολογία και το τι είναι αυτό με το οποίο ασχολείται ένας παιδοψυχολόγος.

Ένας παιδοψυχολόγος ασχολείται με τα προβλήματα και τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει ένα παιδί ή ένας έφηβος τόσο στο πλαίσιο της οικογένειας, όσο και σε περιβάλλοντα εκτός της οικογένειας, όπως το σχολείο κ.ά. Όταν μιλάμε για προβλήματα και δυσκολίες δεν εννοούμε μόνο τα συμπτώματα μιας διαγνωσμένης διαταραχής, τα οποία είναι και τα πιο σοβαρά, αλλά και τις δυσκολίες που μπορεί να αντιμετωπίζει ένα παιδί ή ένας έφηβος οι οποίες, αν δεν αντιμετωπιστούν έγκαιρα, ενδεχομένως να οδηγήσουν σε κάποια διαταραχή στο μέλλον.

 

Δεδομένου ότι τίποτα δεν συμβαίνει από τη μια στιγμή στην άλλη, για να φτάσουμε στο σημείο να μιλάμε για μια διαταραχή σημαίνει ότι στο παρελθόν υπήρχαν κάποιες δυσκολίες στις οποίες δε δόθηκε η απαραίτητη προσοχή, με αποτέλεσμα τα προβλήματα να συσσωρευτούν και να οδηγήσουν στην εμφάνιση κάποιας μορφής ψυχοπαθολογικής συμπεριφοράς. Γι’ αυτό το λόγο, η συμβουλή ενός ειδικού όταν παρατηρούμε κάποιες συμπεριφορές στο παιδί μας, που μας προβληματίζουν, αποτελεί την καλύτερη πρόληψη σε θέματα που αφορούν στην ψυχική υγεία.

Ένα ερώτημα το οποίο προβληματίζει πολλούς γονείς είναι το «πότε θα πρέπει να επισκεφθώ έναν παιδοψυχολόγο». Το κατά πόσο μια συμπεριφορά θα πρέπει να μας προβληματίσει κρίνεται από την ηλικία του παιδιού. Κάποιες συμπεριφορές που είναι αναμενόμενες στα νήπια και στα παιδιά προσχολικής ηλικία θα πρέπει να μας προβληματίσουν σε μεγαλύτερες ηλικίες.

Eπικοινωνία

Για παράδειγμα, η επιθετική συμπεριφορά σε ένα νήπιο 2 ετών εντάσσεται στα πλαίσια της φυσιολογικής ανάπτυξης, σε αντίθεση με την επιθετική συμπεριφορά ενός παιδιού 10 ετών η οποία μπορεί να υποδηλώνει σοβαρή απώλεια αυτοελέγχου. Η παντελής άγνοια κινδύνου που παρατηρείται σε ένα νήπιο δυο ετών αποτελεί κομμάτι της φυσιολογικής ανάπτυξης, σε αντίθεση με την επικίνδυνη/ριψοκίνδυνη συμπεριφορά που μπορεί να εμφανίσει ένα παιδί της μέσης παιδικής ηλικίας και η οποία, ενδεχομένως, να εντάσσεται στο φάσμα της εναντιωματικής διαταραχής.

Γενικότερα, παράγοντες που θα πρέπει

να παρατηρούμε στη συμπεριφορά του παιδιού μας είναι:

Ο βαθμός προσκόλλησης στα πρόσωπα φροντίδας

Ο δεσμός αγάπης μεταξύ γονέα και παιδιού αποτελεί παράγοντα ζωτικής σημασίας σε όλο το εύρος της ανάπτυξης. Όταν μιλάμε για προσκόλληση αναφερόμαστε στο βαθμό φροντίδας που δέχονται τα βρέφη από τα γονεϊκά πρότυπα. Σε περιπτώσεις που τα βρέφη δέχονται μια συνεπή και σωστή γονεϊκή φροντίδα, αναπτύσσουν μια αίσθηση ασφάλειας και εμπιστοσύνης προς τους γονείς τους, η οποία αποτελεί τη βάση για να εμπιστευτούν και άτομα πέρα από το άμεσο οικογενειακό τους περιβάλλον.

 

Αντίθετα, σε περιπτώσεις όπου η γονεϊκή φροντίδα δεν συμβαδίζει με τις πραγματικές ανάγκες του βρέφους, τότε το βρέφος αποκτά την αίσθηση ότι ο έξω κόσμος είναι ένας κόσμος άγνωστος και επικίνδυνος, με αποτέλεσμα το βρέφος/νήπιο να φοβάται να εμπιστευτεί ανθρώπους εκτός του οικογενειακού πλαισίου.

 

Η άρνηση του παιδιού να πάει σχολείο, οι μη ρεαλιστικοί φόβοι ότι θα πάθει κάτι το πρόσωπο φροντίδας, η άρνηση να πάει για ύπνο εάν το πρόσωπο φροντίδας δεν είναι συνεχώς δίπλα του, ενδεχομένως αποτελούν ενδείξεις για την ύπαρξη κάποιας διαταραχής άγχους αποχωρισμού.

Η πρωτοβουλία

δηλαδή το κατά πόσο το παιδί είναι σε θέση να εξερευνήσει το περιβάλλον του μέσω της όρασης και της ακοής στην αρχή και στη συνέχεια, όταν ξεπεράσει την αρχική του κινητική αδεξιότητα, μέσω της εξερεύνησης. Για παράδειγμα, η απώλεια πρωτοβουλίας είναι πιθανόν να αποτελεί το υπόβαθρο μιας ηττοπαθούς στάσης που χαρακτηρίζει την κατάθλιψη ή στην περίοδο της εφηβείας να οδηγήσει στη χρήση και κατάχρηση ουσιών.

O αυτοέλεγχος

δηλαδή η ικανότητα του παιδιού να ελέγχει τόσο τις σωματικές, όσο και τις συναισθηματικές του αντιδράσεις αποτελεί έναν παράγοντα που εμπλέκεται σημαντικά στην εμφάνιση κάποιας ψυχοπαθολογικής συμπεριφοράς. Για παράδειγμα, η έλλειψη αυτοελέγχου των σωματικών λειτουργιών μπορεί να σχετίζεται με προβλήματα νυχτερινής ενούρησης στη βρεφική ηλικία ή με προβλήματα διατροφής (παχυσαρκία-πλήρης ανορεξία) στην εφηβεία. Από την άλλη πλευρά, ο υπερβολικός έλεγχος της συμπεριφοράς κατά τη μέση παιδική ηλικία μπορεί να σχετίζεται με την εμφάνιση κάποιας μορφής κατάθλιψης.

H συνείδηση

η οποία περιλαμβάνει την κατανόηση του τι είναι ηθικά σωστό ή λανθασμένο, καθώς και το συναίσθημα που ακολουθεί μια «καλή» ή μια «κακή» συμπεριφορά. Όταν το παιδί προβεί σε μια «καλή» πράξη αυτό του δίνει το αίσθημα της ικανοποίησης, ενώ όταν προβεί σε μια «κακή» πράξη αυτό του δημιουργεί το αίσθημα της ενοχής. Η συνείδηση μπορεί να είναι είτε ελαστική, είτε πολύ αυστηρή. Στις περιπτώσεις που το αίσθημα ενοχής είναι έντονο, μπορεί να ευθύνεται για την εμφάνιση κάποιας καταναγκαστικής διαταραχής ή την εμφάνιση κάποιας μορφής κατάθλιψης, ενώ σε αντίθετη περίπτωση, όταν το αίσθημα ενοχής είναι χαμηλού βαθμού, αυτό ενδεχομένως να σχετίζεται με την ανάπτυξη κάποιας αντικοινωνικής ή ενδεχομένως παραβατικής συμπεριφοράς.

Tο γνωστικό επίπεδο του παιδιού

το οποίο αναφέρεται στο κατά πόσο το παιδί είναι γνωστικά ικανό να καταλάβει τους πραγματικούς λόγους αυτού που συμβαίνει. Σε κάποιες περιπτώσεις το παιδί δεν είναι γνωστικά ικανό να κατανοήσει τις πραγματικές διαστάσεις αυτού που συμβαίνει. Για παράδειγμα, ένα πεντάχρονο κορίτσι μπορεί να θεωρεί ότι αυτό φταίει για τους καυγάδες των γονιών της και να μην μπορεί να κατανοήσει ότι οι πραγματικοί λόγοι που οι γονείς της διαφωνούν δεν σχετίζονται με αυτήν. Έμφαση θα πρέπει να δοθεί στο πώς τα παιδιά και οι έφηβοι ερμηνεύουν τα γεγονότα γύρω τους, γιατί τέτοιου είδους διαστρεβλώσεις μπορεί να αποτελούν έναν παράγοντα ψυχοπαθολογίας.

Tο άγχος που χαρακτηρίζεται ως ο φόβος για έναν επερχόμενο φόβο

μπορεί είτε να προωθήσει είτε να παρεμποδίσει την ανάπτυξη. Από τη μια πλευρά, το άγχος μπορεί να έχει ευεργετικές συνέπειες, καθώς αποτελεί ένα μηχανισμό που προστατεύει το παιδί από καταστροφικές καταστάσεις, για παράδειγμα ο φόβος ενός παιδιού προσχολικής ηλικίας για το σκοτάδι ή ο φόβος για το άγνωστο. Από την άλλη πλευρά, το άγχος μπορεί να πάρει τεράστιες διαστάσεις και να διαστρεβλώσει τη σκέψη και τη συμπεριφορά. Σε τέτοιες περιπτώσεις, μπορεί να πάρει τη μορφή κάποιας αγχώδους διαταραχής, η οποία να απαιτεί τη συνδρομή κάποιου ειδικού.

H επιθετικότητα

η μη ελεγχόμενη επιθετικότητα φαίνεται να αποτελεί ένα σημαντικό παράγοντα για την εμφάνιση κάποιας μορφής ψυχοπαθολογίας. Μέχρι τα τρία χρόνια δεν μπορούμε να μιλάμε για επιθετική συμπεριφορά, δεδομένου ότι το νήπιο δεν μπορεί να καταλάβει ότι οι κλωτσιές, τα δαγκώματα, τα χτυπήματα και οι κραυγές μπορούν να προκαλέσουν, πράγματι, βλάβη. Έτσι, μόνο μετά την ηλικία των 3 ετών μπορούμε να μιλάμε για πραγματικά επιθετική συμπεριφορά. Έμφαση θα πρέπει να δοθεί στα προβλήματα που αποτελούν το υπόβαθρο της επιθετικής συμπεριφοράς. Ενδεχομένως το συναίσθημα της έλλειψης αγάπης και κατανόησης, η χαμηλή αυτοεκτίμηση και η αίσθηση της απόρριψης να αποτελούν την πραγματική αιτία της όποιας επιθετικής συμπεριφοράς.

Oι σχέσεις με τους συνομήλικους

οι σχέσεις ανάμεσα σε συνομηλίκους αποτελούν έναν ισχυρό προβλεπτικό παράγοντα για την εμφάνιση κάποιας μορφής ψυχοπαθολογίας. Η παρέα ενισχύει την αίσθηση του να ανήκεις κάπου. Το παιδί που είναι αποδεκτό από τα άλλα παιδιά είναι συναισθηματικά πιο ισορροπημένο, συνεργάσιμο και ευαίσθητο στα συναισθήματα των άλλων, αντίθετα, το παιδί που δεν έχει φίλους είναι επιθετικό, δυστυχισμένο, εμφανίζει μεγαλύτερα ποσοστά άγχους και διατρέχει μεγαλύτερο κίνδυνο να εγκαταλείψει το σχολείο ή να εκδηλώσει κάποια μορφή ψυχικής δυσκολίας στην εφηβεία και την ενήλικη ζωή.

Σε κάθε περίπτωση, η ύπαρξη δυσκολιών σε κάποιους από τους παραπάνω τομείς δεν σημαίνει αναγκαστικά και την εμφάνιση κάποιας μορφής ψυχοπαθολογίας.

Ενδεχομένως μπορεί να αποτελούν τα πρώτα σημάδια μιας διαταραχής, τα οποία με μια κατάλληλη και έγκαιρη θεραπευτική παρέμβαση να μπορούν να ξεπεραστούν.

 

Η επίσκεψη σε ένα ειδικό θα βοηθήσει, ώστε να εντοπιστούν οι πραγματικές διαστάσεις των δυσκολιών και να εντοπιστούν οι πιθανές αιτίες.

Συμβουλευτείτε την ψυχολόγο παιδοψυχολόγο Προδρομία Κοθάλη, που διατηρεί γραφείο στην Καβάλα.

Eπικοινωνία